Ποιες δερματικές βλάβες είναι ύποπτες;

Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν κάποιες σκούρες κηλίδες πάνω στο δέρμα τους (ελιές, σπίλους, σημάδια εκ γενετής). Οι περισσότερες μελαγχρωματικές βλάβες είναι καλοήθεις και ακίνδυνες, αλλά μερικές μπορεί να είναι τελικά μελάνωμα. Το μελάνωμα αναπτύσσεται ως ένα μελανό σκούρο ή καφέ, επίπεδο ή οζώδες ογκίδιο εκ νέου ή σε μια προϋπάρχουσα μελαγχρωματική βλάβη. Ακόμη, μπορεί να εμφανίζεται ως ογκίδιο με το ίδιο χρώμα του δέρματος (αμελανωτικό μελάνωμα). Πρέπει να προσέχουμε οποιαδήποτε αλλαγή μιας προϋπάρχουσας μελαγχρωματικής δερματικής βλάβης καθώς και κάθε νεοεμφανιζόμενη μελαγχρωματική βλάβη. Η κλινική διάγνωση του παραμένει πολύ δύσκολη και σαφώς κάθε αλλαγή στο χρώμα, μέγεθός ή σχήμα δεν είναι ενδεικτική για μελάνωμα. Υπάρχουν μερικά χαρακτηριστικά που κάνουν τη βλάβη ύποπτη για μελάνωμα. Εκτός από τη σημαντική παρατήρηση της αλλαγής της βλάβης πρέπει να προσέχουμε σε κάθε μελαγχρωματική βλάβη του δέρματος τα κλινικά ABCD(E) κριτήρια του μελανώματος. Το Α αντιστοιχεί στην ασυμμετρία (Asymmetry) που παρουσιάζουν τα περισσότερα μελανώματα, ενώ το Β στα ανώμαλα όρια (Borders) που έχουν τα μελανώματα και το C στη δυσχρωμία (Colour). Οι συνηθισμένες ‘ελιές’ έχουν συνήθως μια απόχρωση του καφέ, ενώ οι σύγχρονες διάφορες αποχρώσεις του καφέ ή μαύρου υποδηλώνουν το κίνδυνο να πρόκειται για ένα μελάνωμα. Το D αντιστοιχεί στη διάμετρο (Diameter), που ξεπερνά στο μελάνωμα συχνά το 6 χιλ. Τα πρώιμα μελανώματα τείνουν να φτάσουν σε μεγαλύτερο μέγεθος από τις συνηθισμένες καλοήθεις μελαγχρωματικές βλάβες. Μερικοί προσθέτουν το γράμμα Ε, που αντιστοιχεί στην ανύψωση (Elevation) που υπάρχει σε μια υποομάδα μελανωμάτων ή στην αλλαγή (Evaluation) χαρακτηριστικών μιας μελαγχρωματικής βλάβης, όπως έχει αναφερθεί προηγουμένως. Κνησμός, αιμορραγία και εξέλκωση με εφελκίδα (κάκαδο, κρούστα) της βλάβης αποτελούν άλλα πιθανά συμπτώματα. Όταν κάποια δερματική βλάβη θεωρείται ύποπτη ή ακόμη και όταν υπάρχουν αμφιβολίες όσον αφορά στον χαρακτήρα της, ο ασθενής πρέπει να συμβουλευτεί ένα ειδικό ιατρό, είτε έναν που εργάζεται στη Μονάδα είτε άλλον δερματολόγο ή χειρουργό με εμπειρία σχετική με το μελάνωμα. Όσο νωρίτερα τίθεται η διάγνωση τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση.

Ποια είναι η συχνότητα εμφάνισης του μελανώματος;

Η συχνότητα εμφάνισης του μελανώματος αυξάνεται ταχύτερα από οποιοδήποτε άλλο συμπαγή όγκο. Στην Η.Π.Α. το μελάνωμα του δέρματος αποτελεί σήμερα το 4% και 7% των νεοδιαγνωσμένων κακοηθών νεοπλασιών στις γυναίκες και άνδρες, αντίστοιχα, και είναι έτσι η πέμπτη συχνότερη κακοήθεια σε άνδρες και γυναίκες. Στην Ελλάδα η συχνότητα εμφάνισης του είναι σαφώς μικρότερη από αυτήν στη βόρεια και δυτική Ευρώπη, ενώ είναι παρόμοια με αυτήν των νοτίων ευρωπαϊκών  χώρων, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Μάλτα. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο στην Ελλάδα η διάγνωση τίθεται 15 φορές ανά 100.000 κατοίκους, δηλαδή παρουσιάζονται περίπου 1700 νέες περιπτώσεις ανά έτος σε ολόκληρη τη χώρα. Βρίσκεται στην 11η θέση στην κατάταξη των συχνότερων κακοηθειών.

Είναι το μελάνωμα κληρονομικό;

Γενικώς, το μελάνωμα δεν είναι τυπικά κληρονομική νόσος. Στην πλειοψηφία (95%) των περιστατικών με μελάνωμα δεν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό. Όμως, οι κοντινοί συγγενείς ενός ασθενή με μελάνωμα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν παρόμοια βλάβη. Το μελάνωμα μπορεί να παρουσιάζει οικογενή χαρακτήρα και τότε μεταβιβάζεται στις οικογένειες είτε με τη μορφή μελανώματος είτε με τη μορφή άλλων δερματικών βλαβών, όπως των δυσπλαστικών και των άτυπων σπίλων, που αποτελούν προδιαθεσικούς παράγοντες για την ανάπτυξη μελανώματος. Τις περισσότερες φορές η οικογενής ανάπτυξη μελανώματος σχετίζεται με το σύνδρομο δυσπλαστικών σπίλων ή άτυπων σπίλων, που είναι μια συγγενής νόσος που κληρονομείται με αυτοσωματικό επικρατές γονίδιο και χαρακτηρίζεται από αυξημένη προδιάθεση ανάπτυξης δυσπλαστικών σπίλων και μελανώματος. Στις περιπτώσεις ανάπτυξης μελανώματος σε άτομα αυτών των οικογενειών, αυτό εμφανίζεται συνήθως σε νεαρότερη ηλικία. Γι’ αυτό το λόγο τα άτομα αυτών των οικογενειών πρέπει να εξετάζονται τακτικά από ηλικίας 10 ετών περίπου. 

Ποια είναι η πρόγνωση για ασθενείς με μελάνωμα;

Λόγω της ευαισθητοποίησης ιατρών και κοινού, η διάγνωση του μελανώματος γίνεται πλέον σε πρωιμότερο στάδιο και ως εκ τούτου οι θάνατοι από μελάνωμα παραμένουν σχεδόν σταθεροί παρά την αυξημένη συχνότητα της νόσου. Οι σημαντικότεροι παράγοντες όσον αφορά στην έκβαση της νόσου είναι η παρουσία ή μη συστηματικών ή λεμφαδενικών μεταστάσεων, το πάχος διήθησης του μελανώματος κατά Breslow σε χιλιοστά, το επίπεδο διήθησης κατά Clark και η παρουσία ή μη εξέλκωσης του μελανώματος. Για ένα εντοπισμένο μη-εξελκωμένο λεπτό (<1 χιλ. πάχους) μελάνωμα, η πιθανότητα ίασης φτάνει το 99% μετά από τη χειρουργική αντιμετώπιση του, ενώ στην περίπτωση λεμφαδενικών ή απομακρυσμένων (αιματογενών, συστηματικών) μεταστάσεων η πιθανότητα επιβίωσης μειώνεται πολύ και είναι 65% και 25%, αντιστοίχως, στα 5 έτη μετά από τη διάγνωση. Η πρώιμη διάγνωση και αντιμετώπιση οδηγούν στη βέλτιστη έκβαση.